Το μαγγάνιο είναι ένα σκληρό και εύθραυστο μέταλλο, δωδέκατο σε αφθονία στοιχείο στο στερεό φλοιό της γης. Δεν βρίσκεται ελεύθερο στη φύση, αλλά ενώνεται με άλλα στοιχεία (O, H, C, Si, Fe) και σχηματίζει διάφορα ορυκτά, όπως πυρολουσίτη, μαγγανίτη, ψιλομέλανα, χαουσμανίτη, ροδονίτη κ.ά. Ο πυρολουσίτης (διοξείδιο του μαγγανίου, MnO2) είναι το πιο γνωστό και πιο διαδεδομένο ορυκτό του μαγγανίου.
Η χρήση του μαγγανίου ξεκινά από την αρχαιότητα, καθώς περιλαμβάνεται στα περισσότερα σιδηρομεταλλεύματα που εξορύσσονταν τότε και χρησιμοποιήθηκε «εν αγνοία» αρχικά μαζί με το σίδηρο στη σιδηρομεταλλουργία. Αυτό φαίνεται καθαρά από τις αρχαίες πράσινες μαγγανιούχες σκωρίες (απορρίμματα καύσης σιδηρομεταλλεύματος) που βρίσκονται διάσπαρτες στην Αρχάμπολη Ευβοίας και στο Λαύριο (3000 π.Χ.). Επίσης χρησιμοποιήθηκε από την αρχαιότητα, μαζί με οξείδια του σιδήρου, ως χρωστική ύλη (ώχρες).
Τα κυριότερα κοιτάσματα μεταλλεύματος μαγγανίου απαντώνται στη Νοτιοδυτική Πελοπόννησο, τη Δυτική Στερεά Ελλάδα, την Ανατολική Μακεδονία, τη Χαλκιδική, την Άνδρο, την Πάρο, την Εύβοια και την Μήλο (Βάνι).
Το μαγγάνιο, είτε ως στοιχείο, είτε ως οξείδιο (πυρολουσίτης), έχει πολλές χρήσεις. Σημαντική είναι η συμβολή του ως ιχνοστοιχείο στη διατροφική αλυσίδα φυτών και ζώων.
Το μεγαλύτερο ποσοστό του παραγόμενου μαγγανίου διεθνώς, χρησιμοποιείται στη μεταλλουργία σιδήρου, καθώς και στη χαλυβοβιομηχανία. Ευρεία είναι η χρήση του ορυκτού του μαγγανίου πυρολουσίτη στην κατασκευή ηλεκτρικών στοιχείων (μπαταριών), στις χημικές αντιδράσεις ως οξειδωτικό και καταλύτης, καθώς και στην υαλουργία.
Με τη λήξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η ζήτηση για μαγγάνιο περιορίστηκε, με αποτέλεσμα τα ορυχεία στο ακρωτήριο Βάνι στη Μήλο, να κλείσουν το 1928. Γενικά η εξόρυξη και εκμετάλλευση του φυσικού πυρολουσίτη στην Ελλάδα, διακόπηκε οριστικά στα μέσα της δεκαετίας του 1990.